Ένα χρονικό στην πλέον πρόσφατη τραγωδία του ελληνισμού – Φωτογραφίες και αναμνήσεις που “στοιχειώνουν” ακόμα εκατοντάδες οικογένειες...
20 Ιουλίου 1974 – 20 Ιουλίου 2014: Πέρασαν κιόλας 40 χρόνια...
Στις 5:20 σήμερα το πρωί ήχησαν όπως κάθε χρόνο οι σειρήνες σε ολόκληρη τη Κύπρο. Είναι η ώρα που εκδηλώθηκε η τουρκική εισβολή το 1974. Μια εισβολή η οποία θα μπορούσε να αποτραπεί τις πρώτες ώρες αν δεν είχε προηγηθεί στις 15 Ιουλίου 1974 το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, και η συγκέντρωση των επίλεκτων μονάδων στη Λευκωσία για να στηρίξουν τον Νίκο Σαμψών τον οποίο επέλεξε η χούντα του Ιωαννίδη ως τον εκλεκτό της.
Έτσι και τότε, ακριβώς 40 χρόνια πριν: Ο τρομακτικός, οξύς ήχος από τις σειρήνες πολέμου ήχησε στις 05.30 της 20ης Ιουλίου του 1974 διακόπτοντας τα όνειρα των κατοίκων της Κύπρου και βυθίζοντας τους στον πιο σκληρό εφιάλτη. Η τουρκική εισβολή με το κωδικό όνομα «Αττίλας» είχε μόλις ξεκινήσει και οι αποβατικές και αεροπορικές επιχειρήσεις ήταν μόνο η αρχή ενός δύσκολου και αιματηρού ταξιδιού με τελικό προορισμό τον πόνο και την αιματοχυσία.
Περίπου σαράντα χιλιάδες Τούρκοι στρατιώτες, υπό τη διοίκηση του αντιστράτηγου Νουρετίν Ερσίν και την υποστήριξη της Τουρκικής Αεροπορίας και του ναυτικού εισέβαλαν παράνομα και κατά παράβαση του καταστατικού χάρτη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στις βόρειες ακτές της Κυπριακής Δημοκρατίας, σκορπώντας το θάνατο και τον πανικό.
Παρότι η Τουρκία υποστήριξε ότι δεν επρόκειτο για εισβολή, αλλά για «ειρηνική επέμβαση», ώστε να επανέλθει η συνταγματική τάξη μετά το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, όλοι γνώριζαν ότι η πραγματικότητα ήταν τελείως διαφορετική και εξαιρετικά ωμή.
Τα «σμήνη» των τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών είχαν μαυρίσει τον ουρανό της Κύπρου, οι επιδρομές των στρατιωτών είχαν βάψει με αίμα τους δρόμους της Κερύνειας και της Λευκωσίας, ενώ οι εισβολείς δολοφονούσαν εν ψυχρώ δεκάδες ανθρώπων, εκτόνωναν τα αρρωστημένα σεξουαλικά τους ένστικτα σε δεκάδες γυναίκες και εκτελούσαν χιλιάδες στρατιωτών.
Όλα αυτά, υπό την απόλυτη αδράνεια της ελληνικής πλευράς, η οποία ουσιαστικά παρατηρούσε αμήχανα το μακελειό στην Κύπρο.
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που έγραψε στα απομνημονεύματα του ο Τούρκος στρατηγός Μπεντρεντίν Ντεμιρέλ, ο οποίος ήταν ο διοικητής 39ης Μεραρχίας Πεζικού που αποτέλεσε το πρώτο κύμα της απόβασης στις ακτές της Κερύνειας.
«Αναρωτιέμαι σήμερα αν τότε εκείνη η ακτή είχε εμπόδια ή ήταν ναρκοθετημένη! Τι θα κάναμε; Ποια άλλη ακτή θα επιλέγαμε και θα ερευνούσαμε; Ήταν ποτέ δυνατόν αφού η επιχείρηση στην Κύπρο θα άρχιζε το πρωί της 20ης Ιουλίου, να ψάχναμε άλλη ακτή και να την ερευνούσαμε κιόλας; Υπήρχε επαρκής χρόνος;».
Είναι προφανές ότι από τη μία οι Τούρκοι δεν είχαν προβεί σε επαρκή προπαρασκευή και από την άλλη οι ελληνικές δυνάμεις αν και ανέμεναν μια τουρκική κίνηση δεν είχαν προετοιμάσει την άμυνα.
Στην περιοχή που οι τούρκοι έκαναν την απόβαση υπήρχαν δύο κυπριακά τάγματα πεζικού. Κανένα από τα δύο δεν κινητοποιήθηκε για να αντισταθεί στην απόβαση (αποβίβαση) των Τούρκων. Το 281 Τάγμα Πεζικού είχε σταλεί να κυνηγήσει τον Μακάριο που είχε διαφύγει από την επίθεση των πραξικοπηματιών στο Προεδρικό Μέγαρο και το άλλο είχε λάβει οδηγίες να μην κάνει απολύτως τίποτα.
Παρά το ότι υπήρχε πλήρης αποδιοργάνωση, το 251 Τάγμα Πεζικού υπό τον αντισυνταγματάρχη Π. Κουρουπή που ακόμα είναι αγνοούμενος άρχισε να χτυπάει τα τουρκικά στρατεύματα με ότι οπλισμό διέθετε. Την ίδια ώρα χωρίς εντολές από το γενικό Επιτελείο από τα υψώματα του Πενταδακτύλου άρχισα και οι βολές πυροβολικού με προσωπική πρωτοβουλία του τότε υπολοχαγού Αντωνακόπουλου (αργότερα Αρχηγός ΓΕΣ και ΓΕΕΘΑ). Είναι αξιοσημείωτο ότι στη περιοχή βρισκόντουσαν και κάποιες άλλες ελληνοκυπριακές δυνάμεις οι οποίες δεν αντέδρασαν γιατί δεν είχαν εντολές από το Γενικό Επιτελείο!
Τα έκαναν μούσκεμα
Παρά την σχεδόν ανύπαρκτη ελληνική αντίσταση οι Τούρκοι καθυστέρησαν για ώρες να δημιουργήσουν προγεφύρωμα και να προχωρήσουν στη κατάληψη της Κερύνειας που βρισκόταν 8 χιλιόμετρα μακριά από την ακτή Πέντεμίλι που έγινε η απόβαση. Αν υπήρχε στοιχειώδης αντίσταση είναι πολύ σίγουρο ότι οι απώλειες τους θα ήταν τεράστιες και ενδεχομένως το εγχείρημα να έπαιρνε άλλη τροπή. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι το πρώτο βράδυ της 20ης Ιουλίου οι τουρκικές αποβατικές δυνάμεις βρισκόντουσαν καθηλωμένες σε μια ακτίνα 400 μέτρων στις ακτές και δεν υπήρξε καμία ελληνική αντεπίθεση. Αντιθέτως οι ελληνικές δυνάμεις χτυπούσαν άλλους στόχους και κατά τις μετακινήσεις τους αντιμετώπιζαν την τουρκική αεροπορία η οποία κυριαρχούσε πάνω από τη Κύπρο χωρίς καμία ελληνική παρουσία. Ακόμα και τα δύο υποβρύχια που είχε στείλει το ελληνικό γενικό Επιτελείο Ναυτικού διατάχθηκαν να αλλάξουν πορεία και αντί να χτυπήσουν τον τουρκικό στόχο επέστρεψαν στην Ελλάδα. Η ελληνική αεροπορία η οποία είχε προμηθευτεί προσφάτως αεροσκάφη Phantoms, δεν έδωσε άδεια απογείωσης και εμπλοκής. Δηλαδή έγιναν όλα όσα έπρεπε για να διευκολυνθεί η τουρκική εισβολή σε μια εποχή που σε Αθήνα και Κύπρο τα ηνία τα κρατούσαν οι στρατιωτικοί.
Ηρωικές στιγμές
Παρά την εικόνα διάλυσης στις μάχες που έγιναν υπήρξαν παραδείγματα πραγματικού ηρωϊσμού και θυσίας που δυστυχώς δεν ήταν ικανά να ανατρέψουν τη τραγωδία.
Οι πρώτοι νεκροί ήταν ο υποπλοίαρχος Ε. Τσομάκης και οι ναύτες και οι αξιωματικοί δυο παλιών τορπιλακάτων που βγήκαν στα ανοικτά της Κερύνειας για να αντιμετωπίσουν τον Τουρκικό αποβατικό στόλο. Ήταν μια αποστολή αυτοκτονίας και όμως εκτέλεσαν.
Η Ελληνική Δύναμη Κύπρου (ΕΛΔΥΚ) με τεράστιες απώλειες άντεξε στη πρώτη φάση της εισβολής καταφέρνοντας να δημιουργήσει σημαντικό κόστος στις τουρκικές δυνάμεις. Ακόμα και όταν κατά τη περίοδο της εκεχειρίας οι Τούρκοι επιχείρησαν να καταλάβουν το στρατόπεδο, το Γενικό Επιτελείο ζητούσε να μην υπάρξει απάντηση και να τηρηθεί η κατάπαυση του πυρός, κάτι που δεν τήρησαν αυτοβούλως οι αξιωματικοί και οι στρατιώτες βλέποντας τις τουρκικές δυνάμεις να πλησιάζουν σε απόσταση αναπνοής. Ακολούθησε ο δεύτερος γύρος της εισβολής ο οποίος ήταν καθοριστικός. Η ΕΛΔΥΚ έδωσε άνιση μάχη και αποδεκατίστηκε αφού αφέθηκε χωρίς αεροπορική κάλυψη και κάλυψη πυροβολικού να αντιμετωπίσει μια επίθεση στην οποία οι Τούρκοι έριξαν τις καλύτερες δυνάμεις τους. Ακόμα και σε αυτή τη χαμένη μάχη της ΕΛΔΥΚ βρέθηκαν άνθρωποι όπως ο λοχαγός Σταυριανάκος που με νύχια και με δόντια πολέμησαν ακόμα και με ένα πιστόλι εναντίον αρμάτων. Στο αεροδρόμιο Λευκωσία οι καταδρομείς που έφτασαν με τα αεροσκάφη ΝΟΡΑΤΛΑΣ από τη Κρήτη δεν βρέθηκαν πριν ακόμα προσγειωθούν στο στόχαστρο των ελληνικών δυνάμεων που νόμιζαν πως τα αεροσκάφη ήταν Τουρκικά. Την ίδια ώρα στη Πάφο, ο πλωτάρχης Ε. Χανδρινός παρά το ότι δεν είχε διαταγές κανονιοβόλησε τον τουρκικό θύλακα και στη συνέχεια παραπλάνησε την τουρκική αεροπορία η οποία αναζητώντας το αρματαγωγό Λέσβος βύθισε δύο τουρκικά αντιτορπιλικά.
Στιγμές ηρωισμού θυμούνται σήμερα οι κάτοικοι της Λευκωσίας η οποία μπόρεσε να μη πέσει στα χέρια των Τούρκων. Ο τότε ταγματάρχης Δ. Αλευρομάγειρος με το 336 Τάγμα Πεζικού μπόρεσε να κρατήσει τις γραμμές και να καθηλώσει τους Τούρκους στα σημεία που βρισκόντουσαν και πριν την εισβολή (Πράσινη Γραμμή).
Στα υψώματα του Πενταδακτύλου οι Μοίρες καταδρομών κρατούσαν τις θέσεις τους και προωθήθηκαν πολλές φορές καταλαμβάνοντας το στρατηγικής σημασίας κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα που δεσπόζει της Κερύνειας. Σε μια από τις μάχες ο διοικητής της 33ης Μοίρας καταδρομών Ταγματάρχης Κατσάνης άκουσε να τους φωνάζουν με το όνομα του και νόμισε ότι επρόκειτο για Έλληνες. Μόλις σηκώθηκε να δει τι συμβαίνει τον θέρισε μια ριπή και έμεινε νεκρός στα βράχια. Οι Τούρκοι γνώριζαν τα ονόματα όλων των Ελλήνων αξιωματικών και μάλιστα τα φώναζαν τυχαία σε μάχες που οι αντίπαλες δυνάμεις βρισκόντουσαν κοντά.
Η φονική απόβαση των Τουρκικών στρατευμάτων τελικά ολοκληρώθηκε σε δύο φάσεις, με τη δεύτερη «ειρηνευτική επιχείρηση» -όπως τη χαρακτήρισε η Τουρκία- να πραγματοποιείται στις 14 Αγυούστου και είχε ως αποτέλεσμα την παράνομη κατοχή του 37% της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Την ίδια ώρα, περίπου 200.000 εκδιώχθηκαν από τις κατοικίες τους, με αποτέλεσμα να γίνουν πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα, περίπου 4.000 έχασαν τη ζωή τους και 1.619 δηλώθηκαν αγνοούμενοι. Οι Τούρκοι κατέκτησαν το 65% της καλλιεργήσιμης έκτασης, το 70% του ορυκτού πλούτου, το 70% της βιομηχανίας, το 80% των τουριστικών εγκαταστάσεων.
Στο μεταξύ, παρά την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ σύμφωνα με την οποία καλούσε σε κατάπαυση του πυρός και σε αποχώρηση από την Κύπρο του «ξένου στρατιωτικού δυναμικού», η Τουρκία παρέμεινε στη μεγαλόνησο...
40 χρόνια μετά
Σαράντα χρόνια έχουν περάσει από εκείνη την μαύρη ημέρα που σηματοδότησε την αρχή του τέλους της ενωμένης Κύπρου και ακόμα και σήμερα, η Τουρκία εξακολουθεί να προκαλεί, με τον πρόεδρο της χώρας, Αμπντουλάχ Γκιούλ, να βρίσκεται στα κατεχόμενα στο πλαίσιο των λεγόμενων εορτασμών για την εισβολή του Αττίλα.
Την ίδια ώρα και παρά τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για μία Κύπρο ανεξάρτητη και αδέσμευτη, το ζήτημα παραμένει άλυτο με την κυπριακή τραγωδία να σκοτεινιάζει ακόμα τα πρόσωπα όσων... περιμένουν μάταια (;) τους αγνοούμενους τους.
20 Ιουλίου 1974 – 20 Ιουλίου 2014: Πέρασαν κιόλας 40 χρόνια...
Στις 5:20 σήμερα το πρωί ήχησαν όπως κάθε χρόνο οι σειρήνες σε ολόκληρη τη Κύπρο. Είναι η ώρα που εκδηλώθηκε η τουρκική εισβολή το 1974. Μια εισβολή η οποία θα μπορούσε να αποτραπεί τις πρώτες ώρες αν δεν είχε προηγηθεί στις 15 Ιουλίου 1974 το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, και η συγκέντρωση των επίλεκτων μονάδων στη Λευκωσία για να στηρίξουν τον Νίκο Σαμψών τον οποίο επέλεξε η χούντα του Ιωαννίδη ως τον εκλεκτό της.
Έτσι και τότε, ακριβώς 40 χρόνια πριν: Ο τρομακτικός, οξύς ήχος από τις σειρήνες πολέμου ήχησε στις 05.30 της 20ης Ιουλίου του 1974 διακόπτοντας τα όνειρα των κατοίκων της Κύπρου και βυθίζοντας τους στον πιο σκληρό εφιάλτη. Η τουρκική εισβολή με το κωδικό όνομα «Αττίλας» είχε μόλις ξεκινήσει και οι αποβατικές και αεροπορικές επιχειρήσεις ήταν μόνο η αρχή ενός δύσκολου και αιματηρού ταξιδιού με τελικό προορισμό τον πόνο και την αιματοχυσία.
Περίπου σαράντα χιλιάδες Τούρκοι στρατιώτες, υπό τη διοίκηση του αντιστράτηγου Νουρετίν Ερσίν και την υποστήριξη της Τουρκικής Αεροπορίας και του ναυτικού εισέβαλαν παράνομα και κατά παράβαση του καταστατικού χάρτη του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών στις βόρειες ακτές της Κυπριακής Δημοκρατίας, σκορπώντας το θάνατο και τον πανικό.
Παρότι η Τουρκία υποστήριξε ότι δεν επρόκειτο για εισβολή, αλλά για «ειρηνική επέμβαση», ώστε να επανέλθει η συνταγματική τάξη μετά το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, όλοι γνώριζαν ότι η πραγματικότητα ήταν τελείως διαφορετική και εξαιρετικά ωμή.
Τα «σμήνη» των τουρκικών μαχητικών αεροσκαφών είχαν μαυρίσει τον ουρανό της Κύπρου, οι επιδρομές των στρατιωτών είχαν βάψει με αίμα τους δρόμους της Κερύνειας και της Λευκωσίας, ενώ οι εισβολείς δολοφονούσαν εν ψυχρώ δεκάδες ανθρώπων, εκτόνωναν τα αρρωστημένα σεξουαλικά τους ένστικτα σε δεκάδες γυναίκες και εκτελούσαν χιλιάδες στρατιωτών.
Όλα αυτά, υπό την απόλυτη αδράνεια της ελληνικής πλευράς, η οποία ουσιαστικά παρατηρούσε αμήχανα το μακελειό στην Κύπρο.
Είναι χαρακτηριστικό αυτό που έγραψε στα απομνημονεύματα του ο Τούρκος στρατηγός Μπεντρεντίν Ντεμιρέλ, ο οποίος ήταν ο διοικητής 39ης Μεραρχίας Πεζικού που αποτέλεσε το πρώτο κύμα της απόβασης στις ακτές της Κερύνειας.
«Αναρωτιέμαι σήμερα αν τότε εκείνη η ακτή είχε εμπόδια ή ήταν ναρκοθετημένη! Τι θα κάναμε; Ποια άλλη ακτή θα επιλέγαμε και θα ερευνούσαμε; Ήταν ποτέ δυνατόν αφού η επιχείρηση στην Κύπρο θα άρχιζε το πρωί της 20ης Ιουλίου, να ψάχναμε άλλη ακτή και να την ερευνούσαμε κιόλας; Υπήρχε επαρκής χρόνος;».
Είναι προφανές ότι από τη μία οι Τούρκοι δεν είχαν προβεί σε επαρκή προπαρασκευή και από την άλλη οι ελληνικές δυνάμεις αν και ανέμεναν μια τουρκική κίνηση δεν είχαν προετοιμάσει την άμυνα.
Στην περιοχή που οι τούρκοι έκαναν την απόβαση υπήρχαν δύο κυπριακά τάγματα πεζικού. Κανένα από τα δύο δεν κινητοποιήθηκε για να αντισταθεί στην απόβαση (αποβίβαση) των Τούρκων. Το 281 Τάγμα Πεζικού είχε σταλεί να κυνηγήσει τον Μακάριο που είχε διαφύγει από την επίθεση των πραξικοπηματιών στο Προεδρικό Μέγαρο και το άλλο είχε λάβει οδηγίες να μην κάνει απολύτως τίποτα.
Παρά το ότι υπήρχε πλήρης αποδιοργάνωση, το 251 Τάγμα Πεζικού υπό τον αντισυνταγματάρχη Π. Κουρουπή που ακόμα είναι αγνοούμενος άρχισε να χτυπάει τα τουρκικά στρατεύματα με ότι οπλισμό διέθετε. Την ίδια ώρα χωρίς εντολές από το γενικό Επιτελείο από τα υψώματα του Πενταδακτύλου άρχισα και οι βολές πυροβολικού με προσωπική πρωτοβουλία του τότε υπολοχαγού Αντωνακόπουλου (αργότερα Αρχηγός ΓΕΣ και ΓΕΕΘΑ). Είναι αξιοσημείωτο ότι στη περιοχή βρισκόντουσαν και κάποιες άλλες ελληνοκυπριακές δυνάμεις οι οποίες δεν αντέδρασαν γιατί δεν είχαν εντολές από το Γενικό Επιτελείο!
Τα έκαναν μούσκεμα
Παρά την σχεδόν ανύπαρκτη ελληνική αντίσταση οι Τούρκοι καθυστέρησαν για ώρες να δημιουργήσουν προγεφύρωμα και να προχωρήσουν στη κατάληψη της Κερύνειας που βρισκόταν 8 χιλιόμετρα μακριά από την ακτή Πέντεμίλι που έγινε η απόβαση. Αν υπήρχε στοιχειώδης αντίσταση είναι πολύ σίγουρο ότι οι απώλειες τους θα ήταν τεράστιες και ενδεχομένως το εγχείρημα να έπαιρνε άλλη τροπή. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι το πρώτο βράδυ της 20ης Ιουλίου οι τουρκικές αποβατικές δυνάμεις βρισκόντουσαν καθηλωμένες σε μια ακτίνα 400 μέτρων στις ακτές και δεν υπήρξε καμία ελληνική αντεπίθεση. Αντιθέτως οι ελληνικές δυνάμεις χτυπούσαν άλλους στόχους και κατά τις μετακινήσεις τους αντιμετώπιζαν την τουρκική αεροπορία η οποία κυριαρχούσε πάνω από τη Κύπρο χωρίς καμία ελληνική παρουσία. Ακόμα και τα δύο υποβρύχια που είχε στείλει το ελληνικό γενικό Επιτελείο Ναυτικού διατάχθηκαν να αλλάξουν πορεία και αντί να χτυπήσουν τον τουρκικό στόχο επέστρεψαν στην Ελλάδα. Η ελληνική αεροπορία η οποία είχε προμηθευτεί προσφάτως αεροσκάφη Phantoms, δεν έδωσε άδεια απογείωσης και εμπλοκής. Δηλαδή έγιναν όλα όσα έπρεπε για να διευκολυνθεί η τουρκική εισβολή σε μια εποχή που σε Αθήνα και Κύπρο τα ηνία τα κρατούσαν οι στρατιωτικοί.
Ηρωικές στιγμές
Παρά την εικόνα διάλυσης στις μάχες που έγιναν υπήρξαν παραδείγματα πραγματικού ηρωϊσμού και θυσίας που δυστυχώς δεν ήταν ικανά να ανατρέψουν τη τραγωδία.
Οι πρώτοι νεκροί ήταν ο υποπλοίαρχος Ε. Τσομάκης και οι ναύτες και οι αξιωματικοί δυο παλιών τορπιλακάτων που βγήκαν στα ανοικτά της Κερύνειας για να αντιμετωπίσουν τον Τουρκικό αποβατικό στόλο. Ήταν μια αποστολή αυτοκτονίας και όμως εκτέλεσαν.
Η Ελληνική Δύναμη Κύπρου (ΕΛΔΥΚ) με τεράστιες απώλειες άντεξε στη πρώτη φάση της εισβολής καταφέρνοντας να δημιουργήσει σημαντικό κόστος στις τουρκικές δυνάμεις. Ακόμα και όταν κατά τη περίοδο της εκεχειρίας οι Τούρκοι επιχείρησαν να καταλάβουν το στρατόπεδο, το Γενικό Επιτελείο ζητούσε να μην υπάρξει απάντηση και να τηρηθεί η κατάπαυση του πυρός, κάτι που δεν τήρησαν αυτοβούλως οι αξιωματικοί και οι στρατιώτες βλέποντας τις τουρκικές δυνάμεις να πλησιάζουν σε απόσταση αναπνοής. Ακολούθησε ο δεύτερος γύρος της εισβολής ο οποίος ήταν καθοριστικός. Η ΕΛΔΥΚ έδωσε άνιση μάχη και αποδεκατίστηκε αφού αφέθηκε χωρίς αεροπορική κάλυψη και κάλυψη πυροβολικού να αντιμετωπίσει μια επίθεση στην οποία οι Τούρκοι έριξαν τις καλύτερες δυνάμεις τους. Ακόμα και σε αυτή τη χαμένη μάχη της ΕΛΔΥΚ βρέθηκαν άνθρωποι όπως ο λοχαγός Σταυριανάκος που με νύχια και με δόντια πολέμησαν ακόμα και με ένα πιστόλι εναντίον αρμάτων. Στο αεροδρόμιο Λευκωσία οι καταδρομείς που έφτασαν με τα αεροσκάφη ΝΟΡΑΤΛΑΣ από τη Κρήτη δεν βρέθηκαν πριν ακόμα προσγειωθούν στο στόχαστρο των ελληνικών δυνάμεων που νόμιζαν πως τα αεροσκάφη ήταν Τουρκικά. Την ίδια ώρα στη Πάφο, ο πλωτάρχης Ε. Χανδρινός παρά το ότι δεν είχε διαταγές κανονιοβόλησε τον τουρκικό θύλακα και στη συνέχεια παραπλάνησε την τουρκική αεροπορία η οποία αναζητώντας το αρματαγωγό Λέσβος βύθισε δύο τουρκικά αντιτορπιλικά.
Στιγμές ηρωισμού θυμούνται σήμερα οι κάτοικοι της Λευκωσίας η οποία μπόρεσε να μη πέσει στα χέρια των Τούρκων. Ο τότε ταγματάρχης Δ. Αλευρομάγειρος με το 336 Τάγμα Πεζικού μπόρεσε να κρατήσει τις γραμμές και να καθηλώσει τους Τούρκους στα σημεία που βρισκόντουσαν και πριν την εισβολή (Πράσινη Γραμμή).
Στα υψώματα του Πενταδακτύλου οι Μοίρες καταδρομών κρατούσαν τις θέσεις τους και προωθήθηκαν πολλές φορές καταλαμβάνοντας το στρατηγικής σημασίας κάστρο του Αγίου Ιλαρίωνα που δεσπόζει της Κερύνειας. Σε μια από τις μάχες ο διοικητής της 33ης Μοίρας καταδρομών Ταγματάρχης Κατσάνης άκουσε να τους φωνάζουν με το όνομα του και νόμισε ότι επρόκειτο για Έλληνες. Μόλις σηκώθηκε να δει τι συμβαίνει τον θέρισε μια ριπή και έμεινε νεκρός στα βράχια. Οι Τούρκοι γνώριζαν τα ονόματα όλων των Ελλήνων αξιωματικών και μάλιστα τα φώναζαν τυχαία σε μάχες που οι αντίπαλες δυνάμεις βρισκόντουσαν κοντά.
Η φονική απόβαση των Τουρκικών στρατευμάτων τελικά ολοκληρώθηκε σε δύο φάσεις, με τη δεύτερη «ειρηνευτική επιχείρηση» -όπως τη χαρακτήρισε η Τουρκία- να πραγματοποιείται στις 14 Αγυούστου και είχε ως αποτέλεσμα την παράνομη κατοχή του 37% της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Την ίδια ώρα, περίπου 200.000 εκδιώχθηκαν από τις κατοικίες τους, με αποτέλεσμα να γίνουν πρόσφυγες στην ίδια τους την πατρίδα, περίπου 4.000 έχασαν τη ζωή τους και 1.619 δηλώθηκαν αγνοούμενοι. Οι Τούρκοι κατέκτησαν το 65% της καλλιεργήσιμης έκτασης, το 70% του ορυκτού πλούτου, το 70% της βιομηχανίας, το 80% των τουριστικών εγκαταστάσεων.
Στο μεταξύ, παρά την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ σύμφωνα με την οποία καλούσε σε κατάπαυση του πυρός και σε αποχώρηση από την Κύπρο του «ξένου στρατιωτικού δυναμικού», η Τουρκία παρέμεινε στη μεγαλόνησο...
40 χρόνια μετά
Σαράντα χρόνια έχουν περάσει από εκείνη την μαύρη ημέρα που σηματοδότησε την αρχή του τέλους της ενωμένης Κύπρου και ακόμα και σήμερα, η Τουρκία εξακολουθεί να προκαλεί, με τον πρόεδρο της χώρας, Αμπντουλάχ Γκιούλ, να βρίσκεται στα κατεχόμενα στο πλαίσιο των λεγόμενων εορτασμών για την εισβολή του Αττίλα.
Την ίδια ώρα και παρά τα ψηφίσματα του ΟΗΕ για μία Κύπρο ανεξάρτητη και αδέσμευτη, το ζήτημα παραμένει άλυτο με την κυπριακή τραγωδία να σκοτεινιάζει ακόμα τα πρόσωπα όσων... περιμένουν μάταια (;) τους αγνοούμενους τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου